Σαρακοστιανό τραπέζι: Μέχρι και 30% ακριβότερα φέτος τα θαλασσινά - Τι αναφέρουν στη «Σ» επαγγελματίες του Αγρινίου
Συγκρατημένες στα περσινά επίπεδα οι τιμές στα κατεψυγμένα
Την τιμητική τους έχουν αυτές τις μέρες τα σαρακοστιανά προϊόντα και στην Αιτωλοακαρνανία. Έχει ήδη ξεκινήσει από τους καταναλωτές τόσο η έρευνα αγοράς, όσο και οι προμήθειες για το σαρακοστιανό τραπέζι.
Φέτος όμως, όποια και αν είναι η επιλογή των καταναλωτών, ο παράγοντας που θα «διαμορφώσει» το τραπέζι της Καθαράς Δευτέρας θα είναι σχεδόν αποκλειστικά ο οικονομικός, αφού η ακρίβεια καλπάζει και όποιο προϊόν και αν επιλέξουν να βάλουν στο τραπέζι τους, ελέγχουν πρώτα το βαλάντιό τους, το οποίο πλέον είναι πενιχρό.
«Κάθε πέρυσι και καλύτερα» επισημαίνουν στην εφημερίδα «Συνείδηση» επαγγελματίες του Αγρινίου οι οποίοι ανέκαθεν ανέμεναν τις ημέρες αυτές για να γεμίσουν τα ταμεία τους.
Στα ιχθυοπωλεία της τοπικής αγοράς τα ψάρια που επέλεγαν ανέκαθεν οι καταναλωτές για το σαρακοστιανό τους τραπέζι φέτος καταγράφουν αύξηση μέχρι και 30%, ενώ τα υπόλοιπα σαρακοστιανά προϊόντα παραμένουν στις ίδιες με πέρυσι τιμές, διότι «βάζουν πλάτη» οι επαγγελματίες του κλάδου, οι οποίοι όμως κλήθηκαν να πληρώσουν τους προμηθευτές τους μέχρι και 15% παραπάνω απ’ ό,τι τους πλήρωναν τα προηγούμενα χρόνια!
Η προτροπή όμως όλων των επαγγελματιών είναι οι καταναλωτές να στηρίξουν την τοπική αγορά, ώστε να διατηρηθούν τα καταστήματα και οι θέσεις εργασίας που προφέρουν.
Ο Γεράσιμος Κράνης (ιχθυοπωλείο) ανέφερε: «Ο κόσμος για το σαρακοστιανό τραπέζι προμηθεύεται σουπιές, καλαμάρια, γαρίδες, χταπόδια και μύδια κυρίως. Οι τιμές τους όμως φέτος αυξήθηκαν κατά 20% με 30% σε σύγκριση με πέρυσι. Η αύξηση στις τιμές οφείλεται στο ότι αγοράζουμε ακριβά από τους εμπόρους και δεν μπορούμε να απορροφήσουμε τόσο μεγάλες αυξήσεις. Πέρυσι αγοράζαμε την σουπιά 7 ευρώ και φέτος την αγοράζουμε 9,10 το κιλό, το καλαμάρι πέρυσι το αγοράζαμε από τον έμπορο μεταξύ 16 και 17 ευρώ το κιλό και φέτος η τιμή του εκτινάχθηκε στα 20 ευρώ, όπως ακριβώς και το χταπόδι. Μόνο η τιμής της γαρίδας και της γάμπαρης αυξήθηκε φέτος κατά 1 ευρώ σε σχέση με πέρυσι, δηλαδή από τα 16 ευρώ πήγε στα 17 ευρώ.
Το ενδιαφέρον του κόσμου για να προμηθευτεί θαλασσινά για το τραπέζι της σαρακοστής ξεκίνησε από την Τρίτη, ώστε να δει τι χρειάζεται, πόσο κοστίζει και να προμηθευτεί αυτό που θέλει, ώστε να αποφύγει και πιθανές αυξήσεις στην τιμή τους, καθώς το ενδεχόμενο αυτό είναι ορατό όταν ιδιαίτερα υπάρχει έλλειψη σε αρκετά προϊόντα των ιχθυοπωλείων.
Όταν υπάρχει έλλειψη κάτι που συμβαίνει και στην τοπική αγορά, τότε ο έμπορος είναι φυσικό να ανεβάσει την τιμή των ψαριών και αυτό δεν ωφελεί ούτε τους καταναλωτές, ούτε εμάς που έχουμε τα ιχθυοπωλεία. Η έλλειψη σε διάφορα ψάρια είναι υπαρκτή και σε συνδυασμό με την ακρίβεια οδηγεί τους καταναλωτές του Αγρινίου να ψωνίζουν με το κομμάτι. Αν είναι δηλαδή δύο άτομα στο σπίτι θα πάρουν μόνο δύο ψάρια από το είδος που θα επιλέξουν, αν είναι τρία άτομα θα πάρουν μόνο τρία ψάρια.
Η πρώτη ερώτηση από όλους τους καταναλωτές είναι «πόσο κοστίζει» το προϊόν που πιθανότατα θα επιλέξουν, ενώ συχνά καταφεύγουν σε φθηνότερες επιλογές. Ο κόσμος δεν έχει χρήματα και αυτό φαίνεται περισσότερο απ’ ό,τι φαίνονταν πέρυσι».
Ο Θωμάς Χαλβατζής (κατεψυγμένα προϊόντα) τόνισε: «Η έρευνα αγοράς για τα σαρακοστιανά ξεκίνησε από την Πέμπτη, ενώ εκτιμούμε πως θα υπάρξει δουλειά φέτος. Ίσως είναι λίγο περισσότερο συγκρατημένος ο καταναλωτής σε σχέση με πέρυσι, αλλά πάντα ο κόσμος ψωνίζει για το σαρακοστιανό του τραπέζι. Οι τιμές είναι ίδιες με πέρσι, δεν έχουμε κάνει αύξηση παρά το γεγονός ότι εμείς δεχθήκαμε αύξηση των τιμών από τους προμηθευτές μας. Την αύξηση αυτή που είναι μεταξύ 5% και 15%, ανάλογα το προϊόν, την απορροφήσαμε.
Η τιμή του χαλβά ξεκινάει από 7,50 ευρώ και φτάνει μέχρι και 13,50 όπου τόσο κοστίζει ο χειροποίητος χαλβάς. Το τουρσί είναι στα 5,50 ευρώ το κιλό, ο κόκκινος ταραμάς ξεκινά από 5,50 ευρώ και ο καθαρός λευκός είναι στα 15,50 ευρώ. Ως προς τα κατεψυγμένα θαλασσινά να αναφέρουμε πως το καλαμάρι ξεκινά από 6,50 ευρώ το κιλό, το χταποδάκι και οι γαρίδες ξεκινούν από 8,50 ευρώ το κιλό. Σημαντικό είναι να τονίσουμε πως ο κόσμος είναι καλό να στηρίξει την τοπική αγορά για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε τα καταστήματά μας και τις θέσεις εργασίας, το προσωπικό που έχουμε».