Μαριάννα Βαρδινογιάννη και Βαρδής Βαρδινογιάννης: Ο έρωτας και η κοινή πορεία ζωής
Για τον Βαρδή Βαρδινογιάννη, που έφυγε σήμερα από τη ζωή, ο σπουδαιότερος άνθρωπος της ζωής του ήταν η Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη, που από την πρώτη στιγμή που γνωρίστηκαν νέοι, έμειναν ερωτευμένοι μέχρι το τέλος της ζωής τους... Ο ένας για τον άλλον.
Στον Πειραιά, σε ένα φιλικό σπίτι, ο Βαρδής Ι. Βαρδινογιάννη, τότε νεαρός αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, με καταγωγή από ιστορική οικογένεια της Κρήτης γνώρισε τη μοναδική του αγάπη, τη Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη ενώ ήταν ακόμη μαθήτρια.
Η γνωριμία αυτή έμελλε να σημαδέψει τη ζωή και των δύο, αφού από την πρώτη ματιά που αντάλλαξαν ένιωσαν πως οι ζωές τους είχαν αιώνια ενωθεί.
Παρά το γεγονός ότι η Μαριάννα, αμέσως μετά την αποφοίτησή της από το γυμνάσιο, ταξίδεψε στις ΗΠΑ για να σπουδάσει Οικονομικά στο Colorado, φιλοξενούμενη σε σπίτι συγγενών, οι δυο τους δεν σταμάτησαν να σκέφτονται ο ένας τον άλλον.
Συνέχισαν να αλληλογραφούν σχεδόν καθημερινά, ενώ όταν ο Βαρδής βρέθηκε στη Χαβάη, σε αποστολή του Ναυτικού, για την παραλαβή ενός πολεμικού πλοίου, η Μαριάννα ταξίδεψε μέχρι εκεί για να τον συναντήσει.
Ο γάμος με τη Μαριάννα
Οι δυο τους παντρεύτηκαν και ξεκίνησαν την κοινή τους ζωή σε ένα μικρό διαμέρισμα στην Κυψέλη, ένα ερωτευμένο, νεαρό ζευγάρι, με μοναδικό πλούτο τα όνειρα και την αγάπη τους.
Εκείνος ένας αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ εκείνη εργαζόταν ως δημοσιογράφος στον ραδιοφωνικό σταθμό της αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στο Ελληνικό, προκειμένου να στηρίξει την οικογένειά τους.
Μία ιστορία και μία πλευρά της Μαριάννας που δεν τη γνωρίζουν πολλοί, αλλά που για εκείνη υπήρξε σημαντική: της προσέφερε πολλές επαγγελματικές εμπειρίες αλλά και την πρώτη συνάντησή της με τη Μελίνα Μερκούρη, η οποία την ξεχώρισε αμέσως.
Κι έτσι ξεκίνησε μια φιλία που κράτησε μια ζωή.
«Γνώρισα τον σύζυγό μου Βαρδή σε πολύ νεαρή ηλικία. Εγώ ήμουν ακόμα μαθήτρια και εκείνος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Παντρευτήκαμε μερικά χρόνια αργότερα, όμως από την πρώτη στιγμή νιώσαμε και οι δύο πως ο δρόμος της ζωής μας θα ήταν κοινός. Ξεκινήσαμε την οικογένειά μας σε ένα μικρό διαμέρισμα. Φυσικά, τότε δεν μπορούσα να φανταστώ τα όσα θα ακολουθούσαν, που άλλαξαν μεν την εικόνα της ζωής μας, αλλά ποτέ την ουσία της.
Το μεγάλωμα των πέντε παιδιών μας, και με τους δυο μας πάντα δίπλα τους, η εξορία του Βαρδή στην Αμοργό κατά την περίοδο της δικτατορίας... Αμέτρητες στιγμές όμορφες αλλά και στιγμές δύσκολες, όπως άλλωστε στη ζωή κάθε ανθρώπου» διηγείται η ίδια, αναφερόμενη στη γνωριμία της με τον Βαρδή.
Ο Βαρδής και η Μαριάννα απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Γιάννη, τη Χριστιάννα, τον Γιώργο, τον Νίκο και τη Βαρδιάννα.
Η οικογένεια ήταν το επίκεντρο της ζωής της Μαριάννας, ο «πιο πολύτιμος θησαυρός» της. Αφοσιωμένη μητέρα και σύζυγος, πάντοτε παρούσα σε κάθε στιγμή του μεγαλώματος των παιδιών της, σε κάθε χαρά και λύπη, στο πλάι του Βαρδή, φροντίζοντας για την παραμικρή λεπτομέρεια της οικογενειακής τους ζωής με αγάπη, έγνοια, αγωνία, με ανοιχτή την αγκαλιά και τις φτερούγες της για να προστατεύσει, να προσφέρει, να εμπνεύσει, να παρηγορήσει, να δυναμώσει.
«Το μόνο πράγμα που ονειρεύτηκα στη ζωή μου ήταν να αποκτήσω μια αγαπημένη οικογένεια και νιώθω πραγματικά ευγνώμων και ευλογημένη που ο Θεός μού χάρισε αυτό το πολύτιμο δώρο. Ο σύζυγός μου, Βαρδής, και τα παιδιά μας ήταν πάντοτε το στήριγμά μου και η πηγή της έμπνευσής μου» έλεγε για την οικογένειά της.
Η εξορία στην Αμοργό
Μια οικογένεια απόλυτα ενωμένη, μαζί στα εύκολα και στα δύσκολα της ζωής.
Όταν ο σύζυγός της, Βαρδής Ι. Βαρδινογιάννης, εξορίστηκε στο απομονωμένο, τότε, νησί της Αµοργού, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών της 21ης Απριλίου 1967, μαζί με άλλους αξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού που εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην κατάλυση της δημοκρατίας, εκείνη δεν δίστασε να τον ακολουθήσει.
Το νεαρό ζευγάρι πέρασε στην Αμοργό έναν ολόκληρο χρόνο, μέσα σε πολύ αντίξοες συνθήκες.
«Πολύ έντονα θυμάμαι την περίοδο της εξορίας του Βαρδή στην Αμοργό. Τότε είχαμε ήδη αποκτήσει τα τρία μάς παιδιά – με το τρίτο νεογέννητο στην κούνια. Ένιωθα την καρδιά μου κομμένη στα δύο: ανάμεσα στον άντρα που λάτρευα και στα παιδιά µου που ήταν το κέντρο της ζωής µου. Παίρνοντας ένα καΐκι μέσα στον χειμώνα πήγα στην Αμοργό µε τα δύο μεγαλύτερα παιδιά μας, τον Γιάννη και τη Χριστιάννα. Μέναμε σε ένα σπίτι χωρίς ηλεκτρικό, πλημμυρισμένοι όμως από την αγάπη και τη συμπαράσταση των κατοίκων της Αμοργού. ∆εν θα τους ξεχάσω ποτέ... Κάθε µέρα έβρισκα στο παράθυρό µας πότε ένα μπουκάλι γάλα, πότε δύο αβγά, ένα ζεστό ψωμί... Η αγάπη τους ήταν βάλσαμο στην ψυχή µας...», έχει πει η ίδια περιγράφοντας εκείνη την περίοδο της ζωής της.
Ο σύζυγος της Βαρδής Ι. Βαρδινογιάννη, είχε πει ότι όταν έφτασε πρώτη φορά µε το καΐκι, την υποδέχτηκαν όλες οι γυναίκες του νησιού.
Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, τον ξαφνικό και αδόκητο θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του, Νίκου, ο Βαρδής Ι. Βαρδινογιάννης είχε αναλάβει την προεδρία των επιχειρήσεων.
Με πολλή δουλειά, όραμα, αρχές και ήθος εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο σπουδαίους επιχειρηματίες παγκοσμίως, με τη Μαριάννα πάντοτε στο πλευρό του.
Ο όμιλος επιχειρήσεων της οικογένειας γιγαντώθηκε και σιγά σιγά Βαρδής και Μαριάννα καταξιώθηκαν και αναγνωρίστηκαν στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.
Ανέπτυξαν συνεργασίες και φιλικούς δεσμούς με ξένους ηγέτες, διεθνείς προσωπικότητες, επιχειρηματίες, επιστήμονες, ανθρώπους της Τέχνης και του Πολιτισμού.
Δεν ξέχασαν, όμως, ποτέ τις ρίζες τους και τις αρχές με τις οποίες ξεκίνησαν την κοινή τους ζωή.
Το ήθος, η ακεραιότητα, η φιλοπατρία, η ενσυναίσθηση, η κοινωνική αλληλεγγύη και η προσφορά ήταν τα στοιχεία που τους χαρακτήριζαν.
Μαζί, οι δυο τους, έχοντας σαν πυξίδα την αγάπη τους για την πατρίδα τους, την Ελλάδα, και για τον συνάνθρωπο, προσέφεραν ένα τεράστιο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο, που ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας τους και τους τοποθέτησε ανάμεσα στους σημαντικότερους εθνικούς ευεργέτες.