Η νυχτερινή διασκέδαση στη Λευκάδα το καλοκαίρι του 1950
Πάρτε μια γεύση από τη νυχτερινή διασκέδαση στο νησί της Λευκάδας το 1950
Για να κατανοήσουμε το θέμα, θα πρέπει να γνωρίζουμε έστω και αδρομερώς το ιστορικό και κοινωνικό – οικονομικό πλαίσιο στο οποίο μέσα εκτυλίσσονται όλα όσα θα περιγράψουμε…
Βρισκόμαστε στις αρχές του καλοκαιριού του 1950. Η Ελλάδα βγαίνει από μια δύσκολη εποχή (πόλεμος – κατοχή – εμφύλιος) και είναι στις πρώτες προσπάθειες ανασυγκρότησης της. Το νησί της Λευκάδας, επιπλέον, έχει να αντιμετωπίσει τη δύσκολη συγκυρία του καταστροφικού σεισμού του Ιουνίου του 1948.
Ένας υπέροχος και ζωντανός νησιωτικός πολιτισμός θάβεται κάτω από τα συντρίμμια που αφήνουν οι σεισμοί. Με τις κατοικίες των ντόπιων να έχουν καταστραφεί ολοσχερώς, το ελληνικό κράτος σε συνεργασία με φορείς από το εξωτερικό στήνουν σκηνές και παράγκες για να στεγάσουν προσωρινά τους σεισμόπληκτους.
Βασικά χαρακτηριστικά της εποχής είναι η φτώχεια, η μιζέρια, η κοινωνική αδικία και σαν λύτρωση, προβάλλεται η μετανάστευση και η αστυφιλία. Ερημώνει το νησί, φεύγουν οι Λευκαδίτες για μια καλύτερη μοίρα στα αστικά κέντρα της χώρας μας και στο εξωτερικό.
Η Λευκάδα την εποχή αυτή προσπαθεί απεγνωσμένα να σταθεί στα πόδια της, να γιάνει τις βαθιές της λαβωματιές, να βρει τον χαμένο βηματισμό της, να καθαρίσει το πρόσωπό της απ’ τα αίματα, να πάρει βαθιές ανάσες, να ανασυγκροτηθεί. Ο πόνος πολύς, η φτώχεια μεγάλη και απερίγραπτη, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα παράξενη.
Η απογοήτευση και η ελπίδα αλλάζουν αστραπιαία θέσεις, οι άνθρωποι του λαού αναγκάζονταν να καταφύγουν στο μεγάλο ακαταμάχητο και διαχρονικό τους όπλο: το τραγούδι και τη μουσική.
Το καλοκαίρι του 1950 στην παραλία της πόλης, το πάρκο με το όνομα Μποσκέτο, («Boschetto» στα Ιταλικά σημαίνει «άλσος» ή «μικρό δάσος») είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που είναι σήμερα. Όπως μας περιγράφει αναλυτικά ο συντάκτης της εφημερίδας «Εθνικός Φρουρός», στην άκρη της παραλίας έχει στεγαστεί προσωρινά ένα λούνα παρκ της «κακιάς ώρας».
Υπάρχουν ακόμη 2-3 σκηνές σεισμοπλήκτων που μένουν εκεί τα τελευταία δύο χρόνια. Στη συνέχεια πολύ κοντά στο άγαλμα του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη έχει εγκατασταθεί ο θερινός κινηματογράφος της πόλης. Είναι περιστοιχισμένος με ξύλινες σανίδες.
Τα παιδιά κρεμασμένα στο φράχτη, κάθε βράδυ βάζουν ανάμεσα στις σανίδες ένα χαλικάκι και παρακολουθούν το έργο χωρίς εισιτήριο. Στις αρχές Ιουλίου του 1950 παίζεται η ταινία «Ο μεθύστακας», (ασπρόμαυρη δραματική ταινία του ελληνικού κινηματογράφου σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα και παραγωγή της Φίνος Φιλμ).
Τις Κυριακές η Φιλαρμονική Λευκάδας δίνει μουσικές παραστάσεις στην κεντρική πλατεία. Στον Ανθώνα κοντά στο παλιό νοσοκομείο της πόλης, επί της οδού Βαλαωρίτου, τα βράδια έχει παράσταση Καραγκιόζη. Στην παραλία έχουν στηθεί πρόχειρα κέντρα διασκέδασης φτιαγμένα με σανίδες.
Το καλύτερο από αυτά είναι του Κομπίτση (μάλλον σε συνεργασία με τον Ανδρέα Νησιώτη). Οι πάστες και οι δροσερές γκαζόζες που προσφέρει το κατάστημα κοστίζουν 1500 δρχ, τιμή που χαρακτηρίζεται «πολύ λογική». Το συγκεκριμένο κέντρο κάθε Πέμπτη και Σάββατο τους καλοκαιρινούς μήνες έχει ζωντανή μουσική.
Το βράδυ, το μαγαζί είναι πλημμυρισμένο στο φως των λαμπτήρων λουξ και της ασετυλίνης. Κι όταν αρχίζει να παίζει η ορχήστρα ανάβει το γλέντι… Ο ακορντεονίστας μαζεύει τη χαρτούρα των μερακλήδων, ο βιολιστής που είναι ο διάσημος Βασίλας από την Κέρκυρα πασχίζει να βρει και να βάλει σε τάξη τις νότες του, ο αοιδός δίνει τον καλύτερο εαυτό του ταράζοντας τη σιγαλιά της νύχτας, ο κιθαρίστας είναι έτοιμος να πέσει στην αγκαλιά του Μορφέα, με τα επαναλαμβανόμενα ακομπανιαμέντα (το πρωί είναι εργάτης στο λιμάνι).
Η πίστα χορού που έχει φτιαχτεί, χαρακτηρίζεται «καινοτομία» για την πόλη της Λευκάδας. Έξω από το κέντρο διασκέδασης πλήθος κόσμου που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα παρακολουθεί με θρησκευτική ευλάβεια τα δρώμενα.
Και η Ντιζέζ… Αχ, η Ντιζέζ! (γαλλ. diseuse, τραγουδίστρια ελαφρού ή λαϊκού τραγουδιού σε κοσμικό κέντρο)… Είναι η βασίλισσα του κέντρου. Για κάποιες ώρες είναι η απόλυτη ερωτική φαντασίωση των αρσενικών και ο προσωρινός εφιάλτης των θηλυκών της μικρής επαρχιακής πόλης.
Όρθια πάνω στη σκηνή, με καλοραμμένη τουαλέτα από την πρωτεύουσα, αυτή με τη ραφή στο πίσω μέρος της, να τονίζει τα καλλίγραμμα πόδια της. Η τραγουδίστρια μοιράζει χαμόγελα αριστερά και δεξιά, γλυκοκοιτάζει τους ανοιχτοχέρηδες και τους χορευταράδες, χτυπά το ντέφι ρυθμικά, πάλλεται ακατάπαυστα πάνω στη σκηνή και προσέχει μην καρφωθεί κάποιο από το τακούνι της ανάμεσα στις σανίδες του πάλκου…
Στο παραλιακό κέντρο του Κομπίτση στις αρχές Ιουλίου του 1950, την παράσταση έχει κλέψει η πανέμορφη Ντάλια. Όπως μας αναφέρει ο συντάκτης της εφημερίδας «Εθνικός Φρουρός» είναι ψηλή, με ωραία κόμμωση και έντονο βάψιμο.
Η μεγάλη της επιτυχία είναι το τραγούδι «η Μουσουρλού» ( Μουσουρλού είναι η γυναίκα απ’ το Μισίρι δηλ. την Αίγυπτο, τραγούδι άγνωστου δημιουργού στην πιο παλιά απ’ τις ηχογραφήσεις του Μ. Πατρινού το 1930). Οι στίχοι του είναι οι ακόλουθοι:
«Μουσουρλού μου
η γλυκιά σου η ματιά
μ’ άναψε μικράκι μου φωτιά
άιντε, για χαμπίμπι, άιντε γιαλελέλι,
ωχάιντε, να σε κλέψω μέσα από την Μπαρμπαριά…»
Το τραγούδι είναι άγνωστο στους περισσότερους ακροατές και χαρακτηρίζεται «αραβικής προελεύσεως και στενής συγγενείας με τους αμανέδες». Στο επόμενο τραγούδι η Ντάλια εμφανίζεται με καινούρια τουαλέτα, γεγονός ασυνήθιστο για τα ειωθότα της λευκαδίτικης νυχτερινής ζωής.
Και στις επόμενες εμφανίσεις της η ντιζέζ Ντάλια κλέβει την παράσταση. Πολύ μπρίο και νάζι. Το κέφι είναι αμείωτο και κρατάει μέχρι τις πρωινές ώρες, οπότε και οι θαμώνες αποχωρούν ελαφρώς ζαλισμένοι και κατάκοποι. Και σε κάνα-δυο ώρες θα πάνε για δουλειά.
Το ρεπερτόριο είναι ευρύτατο, ξεκινώντας από τα λεγόμενα «Ευρωπαϊκά», περνώντας από «παλιά Ελληνικά τραγούδια», φτάνοντας στα σουξέ της εποχής και καταλήγοντας σε πιο λαϊκό πρόγραμμα. Αλλά και χορευτικά! Ταγκό και βαλς, φοξ-τροτ, ρούμπες, μάμπο, τσα-τσα.
Η Ντιζέζ «πτωχά ενδεδυμένη» για ευνόητους λόγους, αφήνει ακάλυπτα «καίρια» σημεία του σώματός της, κουνάει με τέχνη χέρια, πόδια, γοφούς και κεφάλι με τα μαλλιά της να πέφτουν πλούσια στους ώμους της, να ανακατεύονται και να ανεμίζονται σε κάθε απότομη στροφή γύρω από το σώμα της.
Όλο χάρη λικνίζεται πάνω στην πίστα, με βλέμμα προκλητικό και χαμόγελο γλυκό, που κάνει τους θαμώνες να την κοιτούν σαν υπνωτισμένοι, νομίζοντας ότι χορεύει αποκλειστικά για τους ίδιους.
«Σπήκερ» με το μικρόφωνο στο χέρι είναι ο Μητσέας, που βρίσκει την ευκαιρία και διαφημίζει τους ξηρούς καρπούς του. Ο συντάκτης της εφημερίδας αναφέρει ,ότι η ειδικότητα του είναι η παραγωγή κρύων αστείων που τα λέει από το μικρόφωνο.
Τα «κρύα» αυτά αστεία γίνονται αποδεκτά γιατί το καλοκαίρι του 1950 στη Λευκάδα είναι ιδιαίτερα καυτό και με μακροχρόνια απουσία βροχοπτώσεων. Η μεγάλη όμως επιτυχία της Ντάλιας είναι το τραγούδι με τίτλο «Μήπως είσθε παντρεμένος;»
(στίχοι: Φερμάνογλου Γιάννης, μουσική: Μπερκέτης Μπάμπης, ερμηνευτής: Νίκος Γούναρης). Το συγκεκριμένο τραγούδι ακούγεται τις επόμενες μέρες σε κάθε γειτονιά της πόλης:
«Είναι τρομερό, είναι φοβερό, κάτι που συχνότατα συμβαίνει
κάθε θηλυκό, βλέπει τι κακό, να το κυνηγούν οι παντρεμένοι
κι έτσι μια μικρή, βλέπει κι απορεί, σαν δε φυλαχτεί, πως την παθαίνει
κάνει σωστά, φρένο βαστά, κι όλους ερωτά
Μήπως είσθε παντρεμένος και φλερτάρετε
μήπως πάτε στον λαιμό σας να με πάρετε
δεν είναι σωστό, σας το λέω
αφού είστε αραγμένος, να σαλπάρετε
μου λέτε πως είστε καλός
πολύ στη ζωή ντροπαλός
μα αν δεν είστε παντρεμένος και γουστάρετε
ελάτε θα σας κάνω να καλμάρετε…
Μήπως είσθε παντρεμένος… να καλμάρετε…»
Οι θαυμαστές της δεσποινίδος Ντάλιας, όλων των ηλικιών, κάθε βράδυ κάνουν παρέλαση στο νυχτερινό κέντρο. Χαρακτηρίζονται ως δανδήδες, (δανδής, γαλλικά dandy, άτομο με επιτηδευμένο ντύσιμο και προσποιητούς αριστοκρατικούς τρόπους). Ένας από αυτούς της στέλνει μια πλούσια και πολυτελή ανθοδέσμη από ντάλιες με την εξής αφιέρωση «Ζηλεύουμε μια Ντάλια ομορφότερη από εμάς».
Στο κέντρο της σκηνής εμφανίζεται ο τυφλός μουσικός και τραγουδιστής Σπυρίδων Καραβίας καταχειροκροτούμενος. Η ερμηνεία του τραγουδιού είναι συγκλονιστική και ξεσηκώνει το κοινό. Στο βλέμμα της Ντάλιας διακρίνεται μια δόση ζήλειας για την επιτυχία του συναδέλφου της αλλά και συγκίνησης που της φέρνει δάκρια στα μάτια. Μια ανανέωση του μακιγιάζ είναι απαραίτητη. Είναι η σειρά της να τραγουδήσει και να καταπλήξει το κοινό της για μία ακόμη φορά….
Ο καλλιτέχνης Φώτιος Βλάχος με το προσωνύμιο «Παγκανίνι» (δάσκαλος μουσικής στο παράρτημα του Εθνικού Ωδείου με την αείμνηστη φιλόλογο Νίτσα Παπαδάκη-Σταύρακα), παρουσιάζει το τραγούδι σε στιλ «Ρομάντζα» με τίτλο «Αγάπη» που έγραψε για να τραγουδήσει η δεσποινίς Ντάλια Φωτοπούλου στο παραλιακό κέντρο:
«Μέσα στον κόσμο η αγάπη την ζωή μας κυβερνά,
Όνειρα, χαρές, ελπίδες, λύπες, πόνους μας κερνά.
Απ΄ τα πρώτα μας τα χρόνια, ως που φτάνουνε τα χιόνια,
Και σκεπάζουν τα μαλλιά, όταν δεν παίρνουμε φιλιά,
Θα νοσταλγούμε τα παλιά.
(Ρεφρέν) Αγάπη είσαι το φως και η πνοή μας
είσ’ η ζωή μεσ’ τη ζωή μας, που ΄ ναι εφήμερη πεζή.
Αγάπη εσύ μυρώνεις τα λουλούδια, μαθαίνεις τα πουλιά τραγούδια,
Το κάθε τι με σένα ζει.
Όλα μια μέρα θα αργοπεθάνουνε σε αυτή τη σφαίρα που μας κυλά….»
Όλα όμως τα ωραία κάποτε τελειώνουν. Έληξε το συμβόλαιο της δεσποινίδος Ντάλιας η οποία θα πρέπει να πάει σε άλλη παραλιακή πόλη. Κοπετοί, φωναί και κραυγαί από το φιλοθεάμον κοινό. Ο αποχαιρετισμός της τραγουδίστριας γίνεται στο δρόμο του κάστρου και είναι θεαματικός. «Εκατέρωθεν δυο καβαλιέροι σοβαροί σοβαροί… Λίγο ντροπαλός με σκυφτό κεφάλι ο ένας, ευθυτενής και πάντα με αέρα ο άλλος. Και πίσω άφθονος μαρίδα δίκην διαδηλώσεως»….
Ήδη από τον τοπικό τύπο έχει ανακοινωθεί με ειδική καταχώρηση (ρεκλάμα) η διάδοχος της Ντιζέζ Ντάλιας. Το τεράστιο κενό καλείται να καλύψει η δεσποινίδα Ρίτα Ρο, η οποία προηγουμένως εργαζόταν σε νυχτερινό κέντρο των Αθηνών. Από νωρίς τη Δευτέρα είχε ετοιμασθεί η υποδοχή από τους επίδοξους δανδήδες.
Η αγωνία είναι έκδηλη στα πρόσωπα τους κι ο ιδρώτας στο μέτωπο αφήνει τα σημάδια του στα άσπρα καλοκαιρινά κουστούμια όσων ανέμεναν στη γέφυρα του Πόντε. Τελικά η Ρίτα Ρο δεν ήρθε εκείνο το βράδυ του Ιουλίου. Την τεράστια απογοήτευση μετρίασε η ιδέα της παρακολούθησης της διάσημης ταινίας «Άμλετ» (η ταινία Άμλετ (αγγλ. Hamlet) αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου θεατρικού έργου του Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία Λόρενς Ολίβιε) που παιζόταν εκείνο το βράδυ στο θερινό κινηματογράφο στην παραλία.
Τώρα τι σχέση έχει η «καλλιτέχνης» εξ Αθηνών Ρίτα Ρο με τον Άμλετ του Σαίξπηρ μόνο ένας Λευκάδιος , ιδιόρρυθμος, δυτικότροπος και «καλλιτέχνης της ζωής» το γνωρίζει.
Η οριστική διάδοχος της περίφημης Ντάλιας είναι τελικά η καλλιτέχνης Ιλόνα Νικολάου, από το άλσος Παγκρατίου. Αν κι αρχικά το μικρό της ανάστημα φέρνει μια μικρά απογοήτευση, η κρυστάλλινη και καθαρή φωνή της αποζημιώνει όλους τους θεατές του κέντρου. Το τραγούδι της «τικι τικι τακ κάνει η καρδιά μου….» σημειώνει εξαιρετική επιτυχία (Παραδοσιακό Μικράς Ασίας, ηχογραφημένο από το 1910):
«Τικ τικ, τίκι τίκι τακ,
κάνει η καρδιά μου
σαν σε βλέπω, να διαβαίνεις.
Τικ τικ, τίκι τίκι τακ,
θέλω μικρή μου,
να μαντέψω, που πηγαίνεις»…
Το πρόγραμμα της δεσποινίδος Ιλόνας είναι στην πραγματικότητα ποικίλο. Το γαλλικό τραγούδι της Edith Piaf – On danse sur ma chanson σκορπά ρίγη ενθουσιασμού. Ο συντάκτης της εφημερίδας πραγματικά αμφιβάλλει αν το ενθουσιασμένο κοινό κατανοεί τα λόγια του τραγουδιού. Αν κι αυτό μικρά σημασία έχει.
Η μουσική είναι μια διεθνής γλώσσα και τα μάτια της ντιζέζ ιδιαίτερα ελκυστικά. Η γαλλική παιδεία της δεσποινίδος Νικολάου αμφισβητείται έντονα στη συνέχεια. Κάποιος ηλικιωμένος θαυμαστής της καλλιτέχνιδος της απευθύνει ένα τολμηρό κομπλιμέντο. Αυτή από μικροφώνου του απαντά με μια… μαντινάδα:
«‘Όταν δεν είσαι άρρωστος,
τι θέλεις το κινίνο
και όταν δεν έχεις απ΄ αυτό,
τι θέλεις από κείνο……»
Το καλοκαίρι του 1950 συνεχίζεται ιδιαίτερα θερμό. Και όπως έλεγαν και οι παλιοί θυμόσοφοι Λευκαδίτες για το φυσικό φαινόμενο του σεισμού (τεραμότο) «Άστο μωρέ να κουνάει ! Θα περάσει κι αυτό!»
Σημείωση: Για τη σύνταξη του παρόντος κειμένου αντλήθηκαν πολύτιμες πληροφορίες από το αρχείο της τοπικής εφημερίδας της Λευκάδας «Εθνικός Φρουρός» 23-06-1950, 13-07-1950, 22-7-1950 και 29-7-1950.
Ευχαριστούμε θερμά τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Λευκάδας στην οποία διατηρείται το αρχείο της εφημερίδας.
Του Θωμά Κακλαμάνη – Εκπαιδευτικού - aromalefkadas.gr