
Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019 στη Βαράσοβα: Το να ανέβει κανείς στη Βαράσοβα, σίγουρα αποτελεί εμπειρία ζωής. Είχα χρόνια να ανέβω ψηλά στην κορυφή της. Μέχρι που πρόσφατα, ο φίλος Δημήτρης Παπανδρόπουλος με προκάλεσε να το αποτολμήσουμε. Κατόπιν σύντομης σύσκεψης αποφασίσαμε να κάνουμε διάσχιση. Δηλαδή, να ανέβουμε από τη δυτική πλαγιά, από το Κρυονέρι και να κατέβουμε από την ανατολική, στην Άνω Βασιλική. Και οι δυο μας γνωρίζουμε το βουνό αρκετά καλά. Εγώ από τα χρόνια του ΄80-΄90. Ο Δημήτρης ίσως καλύτερα, με περισσότερες αναβάσεις τα πιο πρόσφατα χρόνια.
![]() Η Βαράσοβα αποτελεί γεωλογικό παράδοξο. Ένας συμπαγής ασβεστολιθικός βράχος υψώνεται απότομα ως τα 914 μ. δίπλα στη θάλασσα του Πατραϊκού κόλπου. Στη δυτική πλευρά του βουνού απλώνεται το μεγάλο δελταϊκό τόξο (πεδιάδα) που έχτισαν οι προσχώσεις του Ευήνου. Οι βόρειες πλαγιές του κατέρχονται ως το ποτάμι. Με το γειτονικό του βουνό, την Κλόκοβα, αποτελούν ορόσημα στο τοπίο. Η περιοχή κατοικείται από τα προϊστορικά χρόνια. Αυτό αποφάνθηκε κι ο Άρης Πουλιανός, ο οποίος εντόπισε στο δυσπρόσιτο σπήλαιο του Αγίου Νικολάου Δυτικής Βαράσοβας ίχνη κατοίκησης από την παλαιολιθική εποχή. Η αρχαία Αιτωλική πόλη Χαλκίς σε λοφίσκο στη βάση του βουνού, μπρος στη θάλασσα, κατοικούνταν από τη νεολιθική εποχή ως και τα μεσο-βυζαντινά χρόνια. Από εκεί απόπλευσαν τα πλοία που συνεισέφεραν πέντε Αιτωλικές πόλεις στον πόλεμο για την κατάκτηση της Τροίας. Στην πλαγιά πάνω από την τοποθεσία Λιμνοπούλα, με πρόσβαση από το χωριό Κάτω Βασιλική, συναντούμε το κάστρο της Πάγκαλης, οχυρό των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων της αρχαίας Χαλκίδας, το οποίο εν μέρει χρησιμοποιεί τους απρόσιτους γκρεμούς αντί τείχους. Το βουνό στην αρχαιότητα ονομαζόταν Χαλκίς, από το όνομα της παρακείμενης πόλης. Η Βαράσοβα έχει τριγύρω στο κορμί της δεκάδες σπήλαια. Κάποια από αυτά μεγάλα κι εντυπωσιακά. Αντίστοιχα μεγάλο και το ενδιαφέρον για τους σπηλαιολόγους. Έντονη δραστηριότητα υπήρξε πάνω και τριγύρω από το βουνό καθ’ όλη τη Βυζαντινή εποχή. Οι μεγάλοι παλαιοχριστιανικοί ναοί βασιλικού ρυθμού, όπως της Αγίας Τριάδας στον ομώνυμο λόφο, είναι η απαρχή αυτής της φάσης. Ακολούθως, αναπτύχθηκαν πολλές σκήτες σε σπήλαια, αλλά και κοινοβιακά σπηλαιομονάστηρα, όπως του Αγίου Νικολάου Νότιας Βαράσοβας, των Αγίων Πατέρων σε συγκρότημα σπηλαίων της ανατολικής πλευράς, του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Πέτρου στη δυτική πλευρά. Ο αείμνηστος Αγρινιώτης καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας Θανάσης Παλιούρας τα μελέτησε και ανέπτυξε ανασκαφικό και εν μέρει αναστηλωτικό έργο στο πιο μεγάλο από αυτά, του Αγίου Νικολάου της νότιας πλαγιάς. Πρόσβαση σε αυτό υπάρχει μόνο με βάρκα από τη θάλασσα. Τα σακίδια επ’ ώμου λοιπόν και αρχίσαμε την πεζοπορία από τον οικισμό του Κρυονερίου. Προκλητικοί κι εμείς, παρά τα χρονάκια μας, διαλέξαμε τη δύσκολη διαδρομή για την κορυφή. Πορεία σε ασφάκες και κοντοπούρναρα στην αρχή επί μισάωρο, με σχετικά ήπια κλίση. Κατόπιν και για δίωρο, ανάβαση μέσα από λούκι, σε μεγάλη κλίση, βράχια και σάρες, όπου τα γόνατα τρέμουν για να ισορροπήσουν το κορμί. Τα χέρια γίνονταν συχνά συμπλήρωμα των ποδιών. Με τα τέσσερα λοιπόν (όχι στα τέσσερα που λένε, έχουμε και περηφάνια). Άγριος τόπος, απότομος. Οι σφυγμοί ανέβηκαν. Ο ιδρώτας έλουζε το μέτωπο κι έτσουζε τα μάτια κάποιες στιγμές. Οι κάθετοι βράχοι γύρω μας αγκάλιαζαν κι έκρυβαν τον περισσότερο ουρανό. Ο σκύλος μου ο Άρης, παρότι μαθημένος, εδώ τα χρειάστηκε. Μικρά τμήματα που απαιτούσαν ελαφρά αναρρίχηση (ουσιαστικά χρήση χεριών), τον δυσκόλευαν, έμενε πίσω κι έκλαιγε. Άντε πίσω, να τον πάρεις αγκαλιά σηκωτό, να τον ρίχνεις πεταχτό από βράχο σε βράχο και να προωθείσαι έτσι ως η χελώνα. Ευτυχώς έχει ξανασυμβεί, το γνωρίζει, κάθεται ήσυχος στη μεταφορά και περιμένει με αδημονία να ξαναβρεί πρόσφορο έδαφος. Καλή η μέρα, μύριζε άνοιξη και τα πουλιά το λέγανε. Το βασίλειο του Βραχοτσοπανάκου. Πολλές επικράτειες και τα ζεύγη προετοιμάζονται για φώλιασμα. Κελαηδούσαν ακατάπαυστα, ενώ ένας έχτιζε με λάσπη τη φωλιά του. Μοιάζει σαν χωνί από χώμα σκληρό σαν τσιμέντο, κολλημένο σε κάποιο υπόστεγο στον κάθετο βράχο. Το γνωστό από παλαιότερα ζευγάρι πετρίτες δεν αμέλησε να πετάξει σχετικά κοντά μας. Το ίδιο έκαναν τα Βραχοκιρκίνεζα, ένα Ξεφτέρι και οι Γερακίνες. Καρβουνιάρηδες, Γαλαζοκότσυφες, Φανέτα, Τρυποφράχτες, Κλειδωνάδες, Σπίνοι, Θαμνοψάλτες, Μαυροτσιροβάκοι, Γαλαζοπαπαδίτσες, Πυροβασιλίσκοι, Δεντροφυλλοσκόποι συμπλήρωναν την ορχήστρα των ήχων. Μια παρεούλα από 7-8 εδαφόβια μικρόπουλα έβοσκαν, σαν μικροσκοπικά κοτοπουλάκια, στο χορτάρι ενός ομαλού κράσπεδου κοντά μας. Ήταν Χιονοψάλτες, πουλιά της αλπικής ζώνης των μεγάλων βουνών. Είχαμε δει πάλι στο παρελθόν, μας ήταν γνωστό ότι διαχειμάζουν στη Βαράσοβα, αλλά τώρα τα απολαύσαμε κάνοντας δεκάλεπτη στάση για αυτά. Ένα μάλιστα έκανε το μπάνιο του σε νεράκι που κρατούσε ένα βαθούλωμα όσο ένα ταψί, πάνω στο σώμα του βράχου. Ένα από τα ενδιαφέροντα που αναζητούσαμε ήταν ο πανέμορφος Τοιχοδρόμος. Σπάνιο κι ακριβοθώρητο μικρόπουλο των κάθετων γκρεμών, με εντυπωσιακό σταχτί-κόκκινο πτέρωμα και λευκά στίγματα. Η πτήση του θυμίζει πεταλούδα. Φωλιάζει σε μεγάλα βουνά, αλλά διαχειμάζει εδώ, όπου τον έχουμε ξαναδεί στο παρελθόν. Αυτός όμως δε μας έκανε τη χάρη. Είναι πάντα ολιγάριθμα, μοναχικά αυτά τα πουλιά. Λίγες φορές θα τα δει κανείς στη ζωή του, ακόμα κι αν είναι Ορνιθολόγος. Η μοσχοβολιά του φασκόμηλου και η ομορφιά πρώιμα ανθοφορούντων βραχόφυτων, απάλυναν κι αυτά τη σωματική κόπωση. Είδαμε σκαλωμένα στα βράχια μερικά άτομα από την ενδημική Centauria heldreichi, φυτό που απαντά μόνο στη Βαράσοβα και πουθενά αλλού στον κόσμο. Το δύσκολο κομμάτι μέσα στο λούκι τελείωσε. Μια αράδα από οροφοσπηλιές στη βάση ψηλού κάθετου βράχου μύριζε έντονα κοπριές. Ήταν στάλος για τα άγρια γίδια που ζουν στο βουνό. Οι πρόγονοί τους ήταν κάποτε ήμερα ζώα. Είδαμε κάμποσα από αυτά. Το σκάψιμο σε λιγοστό χώμα κάτω από την κώμη μιας αιωνόβιας αριάς ήταν όπως αποφανθήκαμε από ασβό. Νωρίτερα είχαμε δει τα κόπρανα από αλεπούδες και κουνάβια πάνω σε εμφανείς πέτρες, με τη μυρωδιά των οποίων μαρκάρουν τις επικράτειές τους. Ένα νεκρό τρωκτικό που βρήκαμε κάτω στη γη, δεν ήταν κοινό ποντίκι ή αρουραίος. Η εξέταση έδειξε ότι ανήκε στο γένος Apodemus. Εντύπωση μας έκανε επίσης η εύρεση αχιβάδας που εντοπίσαμε νωρίτερα στα 300μ περίπου υψόμετρο. Η εξέταση έδειξε ότι είναι το κοινό Cardium, απολίθωμα από την πρόσφατη γεωλογική ιστορία, όταν η στάθμη της θάλασσας ήταν ανεβασμένη. Επόμενος στόχος το πηγάδι. Ένας αυχένας πάνω στη ράχη, λίγο νότια της κορυφής. Είναι το μόνο ομαλό σημείο πάνω στο βουνό, με μικρό χλοερό λιβάδι και κάποιες γιγάντιες υπερήλικες χνοώδεις βελανιδιές. Ημερεύει λίγο το μάτι στην ομάλια. Το πηγάδι είναι πηγή ζωής σε ένα άνυδρο βουνό. Εδώ τα παλαιότερα χρόνια παραθέριζαν κτηνοτρόφοι με τα ζώα τους. Στο μικρό αυχένα πάνω από το πηγάδι διακρίναμε τα ερείπια ναΐσκου βυζαντινής εποχής. Ερείπια κελιών δίπλα του και υπόσκαφη στέρνα/δεξαμενή νερού κάτω από το δυτικό τμήμα του ναού, μας κάνει να υποθέσουμε ότι ασκητές μοναχοί ζούσαν κάποτε εδώ. Τα σκαψίματα αρχαιοκάπηλων έχουν σε μεγάλο βαθμό καταστρέψει το μνημείο, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Θυμόμαστε την τοιχοποιία σε πολύ καλύτερη κατάσταση στη δεκαετία του ’80 που πρωτοανεβήκαμε. Διάσπαρτος ο τόπος τριγύρω με κεραμικά. ![]() Έπρεπε να αναχωρήσουμε. Το φως της μέρας σωνόταν. Δεν θα περίμενε εμάς. Πήραμε το μονοπάτι της ανατολικής πλαγιάς που κατέρχεται ως το χωριό Άνω Βασιλική. Μακρύς ο δρόμος, αλλά, αρκετά ευκολότερος από τον κόλαφο της ανάβασης που επιλέξαμε. Η βλάστηση από μεσογειακά είδη θάμνων και δέντρων είναι εδώ πυκνή κι αυτό είναι το πρόβλημα. Πρέπει κανείς να βρίσκει τις διόδους. Τα μονοπάτια αυτά κάποτε χρησιμοποιούνταν καθημερινά από κτηνοτρόφους. Σήμερα έχουν ελάχιστη χρήση. Τα ζώα που έβοσκαν και κυρίως τα γίδια, τα διατηρούσαν ανοιχτά. Ευτυχώς που οι ντόπιοι Ορειβατικοί Σύλλογοι του Μεσολογγίου και της Ναυπάκτου έχουν βάλει τα κόκκινα σημάδια και διακρίνεται το μονοπάτι. Γιάννης Ρουσόπουλος
|
e-nafpaktia.gr